Να τους πετάξουμε στο δρόμο πριν το κάνουν αυτοί!
Διανύουμε μια περίοδο, η ένταση της οποίας είναι φανερή σε όλους και όλες. Νιώθουμε και ζούμε καθημερινά την επίθεση σε κάθε τομέα της ζωής μας. Νιώθουμε την οικονομική επίθεση, την αβεβαιότητα στη δουλειά μας, την ασφάλισή μας, τα δικαιώματά μας. Όλα αυτά παρουσιάζονται σαν μονόδρομος για να βγούμε από μια κρίση που ποτέ εμείς δε δημιουργήσαμε. Η επίθεση επεκτείνεται και στο χώρο της παιδείας με τον πρόσφατα ψηφισμένο νόμο.
Πίσω από το επικοινωνιακό πρόσχημα «πρώτα ο μαθητής» δεν υπάρχει τίποτε άλλο από αυτό που όλοι ξέρουμε και θυμόμαστε για το σχολείο:
Απαξίωση, υποχρηματοδότηση, εξευτελισμός της εκπαιδευτικής διαδικασίας και του εκπαιδευτικού, πράγμα που κάθε άλλο παρά εξασφαλίζει το συμφέρον του μαθητή.
Οι προθέσεις του Υπουργείου είναι ξεκάθαρες: εξοικονόμηση χρημάτων με κάθε κόστος, «με πρώτο το μαθητή»: τμήματα 30 μαθητών, κλείσιμο τμημάτων και σχολείων, επιβάρυνση του φόρτου εργασίας των μόνιμων εκπαιδευτικών με επιμήκυνση του νόμιμου ωραρίου, τη θεοποίηση ενός διαγωνισμού που απαξιώνει τα ήδη υποβαθμισμένα πτυχία μας.
Υπάρχει όμως και κάτι καινούριο, κάτι πρωτόγνωρο: η μαζική απόλυση ενός ολόκληρου ζωτικού τμήματος της εκπαίδευσης. Μέσα σε μια βδομάδα, με συνοπτικές διαδικασίες, ενόψει και της κατεπείγουσας ανάγκης «εθνικής σωτηρίας», περίπου 17.000 ελαστικά εργαζόμενοι στην εκπαίδευση, μένουν στο δρόμο.
Ποιοι είναι όμως αυτοί οι αδιόριστοι εκπαιδευτικοί, οι ωρομίσθιοι και οι αναπληρωτές, που με τόσο μένος απαξιώνει το Υπουργείο Παιδείας;
Είναι οι άνθρωποι που τόσο στην Πρωτοβάθμια, όσο και στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, αναλαμβάνουν το εκπαιδευτικό έργο, καλύπτοντας πάγιες ανάγκες, κάτω από εξευτελιστικές συνθήκες. Οι ωρομίσθιοι πληρώνονται με 8 ευρώ την ώρα, για 12 ώρες την εβδομάδα, που μεταφράζεται σε 380 ευρώ το μήνα στην καλύτερη περίπτωση. Διδάσκουν σε 2 ή 3 σχολεία, πιθανόν μακριά από τον τόπο κατοικίας τους, ενώ πληρώνονται με καθυστέρηση τουλάχιστον 3 μηνών, τη στιγμή που τους απαγορεύεται να εργαστούν σε φροντιστήρια. Λόγω του αριθμού των ενσήμων μένουν ανασφάλιστοι, ενώ κάθε καλοκαίρι κινδυνεύουν να χάσουν και το ταμείο ανεργίας. Οι αναπληρωτές εκπαιδευτικοί εργάζονται μεν με καλύτερες συνθήκες, με ωράριο 21 ωρών, πλήρη ένσημα και μισθό ανάλογο των μόνιμων εκπαιδευτικών, απολύονται όμως με τη λύση της σύμβασής τους κάθε καλοκαίρι.
Και γιατί κάποιος να εργαστεί ως συμβασιούχος στα δημόσια σχολεία;
Γιατί μέχρι την ψήφιση του νέου νόμου, κάθε ώρα εργασίας εξασφάλιζε την πολυπόθητη προϋπηρεσία, ως ένα ακόμη βήμα πιο κοντά στο διορισμό, μια καλύτερη θέση στους πίνακες. Αυτούς ακριβώς τους πίνακες ήθελε να εξαφανίσει το Υπουργείο, αποτινάσσοντας κάθε δέσμευση απέναντι στην εργασιακή ομηρία που επέβαλλε για μια δεκαετία.
Κι ενώ εξαγγέλλει την κατάργηση της ωρομισθίας, ενισχύει με κάθε τρόπο την ελαστική εργασία στην εκπαίδευση, με το θεσμό του «αναπληρωτή μειωμένου ωραρίου». Έτσι, το καθεστώς αδιοριστίας και αβεβαιότητας στον κλάδο διαιωνίζεται, χωρίς καμιά εγγύηση αυτή τη φορά.
Για εμάς τους εργαζόμενους στην εκπαίδευση, όλα αυτά είναι γνωστά και χιλιοειπωμένα.
Απέναντι στον εκβιασμό του Υπουργείου, υπάρχουν δύο δρόμοι. Από τη μία οι ατομικές λύσεις : δικαστική οδός για τη διάψευση της χρόνιας προσδοκίας, του 24μήνου, του 30μηνου κλπ., η αλλαγή δουλειάς, η μετανάστευση, η παραίτηση.
Από την άλλη, η συλλογική αντίσταση, οργανωμένη στη βάση των επιθυμιών και των αναγκών μας.
Οργανωνόμαστε και συνεχίζουμε αδιαπραγμάτευτα τη διεκδίκηση για:
Την απόσυρση του νέου αντιεκπαιδευτικού νόμου.
Την κατάργηση των ελαστικών σχέσεων εργασίας στο χώρο της παιδείας.
Μαζικούς διορισμούς για την κάλυψη των πάγιων και διαρκών αναγκών
Δημόσια δωρεάν παιδεία για όλους.
Σχολείο στο οποίο οι συνθήκες θα ευνοούν πραγματικά και ουσιαστικά «πρώτα το μαθητή».